Blogger Template by Blogcrowds

Το Ρουμπίνι του Ντεό-Νταό, Κεφάλαιο Α.

Η εφημερίδα μας έχει την απίστευτη τιμή να εξασφαλίσει κατ' αποκλειστικότητα για τους αναγνώστες της, το πρώτο κεφάλαιο του πρώτου επεισοδίου των περιπετειών του Κόμπες του Ντερλικοτή, γραμμένο από την απαράμιλλη πένα της Έφθι, ιέρειας της θεάς των χαλικιών.

Παρακαλούνται όσοι γνωρίζουν τον εν λόγω κύριο να μην του αναφέρουν τη δημοσίευση του άρθρου αυτού, διότι ως γνωστόν έχει κάτι χέρια σαν φουρναρόφτυαρα και η προστασία της σωματικής ακεραιότητας ενός δημοσιογράφου είναι ιερό πράμμα.

Επεισόδιο Πρώτο: Το Ρουμπίνι του Ντεό-Νταό

Α.

-Ε, πθιτ, κύριοθ…

Ο Κόμπες ο Ντερλικοτής κοκκάλωσε σε μια στάση που πόρω απείχε από την κομψότητα. Είχε το ένα του πόδι σηκωμένο στον αέρα προς τα πίσω –σα χορεύτρια που κρατάει ισορροπία-, το αριστερό του χέρι στα αχαμνά του και το δεξί σε σχήμα αρπάγης, έτοιμο από τη μια να βουτήξει ανεδαίστατα το Ρουμπίνι του Ντεό-Νταό από το βωμό, και από την άλλη ν’ αρπάξει το σπαθί σε περίπτωση ανάγκης. Αν συνδυάσει κανείς τη στάση αυτή με τα ρούχα του –ζακέτα γούνα αλεπού και σωβρακάκι χρώμα βρωμιλί, με αξεσουάρ μαγικά χαϊμαλιά να παιζοκουδουνίζουν με τις τρίχες της κοιλιάς- γίνεται αμέσως αντιληπτή η έλλειψη της κομψότητας στο όλο σκηνικό.

Βέβαια, όλα αυτά δεν ήταν παρά μέτρα προφύλαξης ενάντια σε ό,τι θα μπορούσε να τον εμποδίσει να πάρει το Ρουμπίνι. Ήταν όπως πίστευε ενενήντα εννιά κόμμα εννιά εννιά εννιά τοις εκατό προετοιμασμένος για ο,τιδήποτε συναντούσε. Κι όμως αυτή η τραβηχτή ψευδή φωνή, που ερχόταν απ’ τα σκοτάδια πίσω από το βωμό τον έκανε ν’ ανατριχιάσει. Έμεινε εντελώς ακίνητος, βλαστημώντας το Βυζβόρουν σιωπηλά, κι όταν τελείωσε με το θεό-προστάτη του, πέρασε ένα χέρι και όλες τις υπόλοιπες σεξουαλικές δυνάμεις του Σύμπαντος.

-Ε, πθιτ, εθένα λέω, με το γουνάκι…

Στο σκοτάδι πίσω από το βωμό του Ρουμπινιού, εκεί όπου η μοναχική δάδα που είχε φέρει μαζί του ο κλέφτης δεν έφτανε να ρίξει φως, άναψαν ξαφνικά δυο πράσινα φωτάκια, σα φωσφορίζοντα μάτια φιδιού. Ο Κόμπες τα χρειάστηκε. Αναρωτήθηκε αν η ευκοίλια βγαίνει εύκολα στο πλύσιμο.

-Καλε ‘θυ, φωνή δεν έχειθ; Μουγγόθ είθαι;

Ο Κόμπες κατέβασε πολύ αργά το πόδι που είχε στον αέρα και το δεξί του χέρι ως τη λαβή του σπαθιού του, αφήνοντας το αριστερό στην αρχική του θέση. «Ό,τι και να σου τύχει, τ’ αρχίδια σου και τα μάτια σου, παιδί μου» τον είχε ευλογήσει ο πατέρας του, πριν τον διώξει από την πατρική εστία κλοτσηδόν.

-Ποιος είναι; Τόλμησε να ρωτήσει. Βγες στο φως.

Ένας ήχος σα σύρσιμο ακούστηκε κι ύστερα πάνω από το Ρουμπίνι και γύρω από τα φωτάκια υλοποιήθηκε το κεφάλι ενός φιδιού τόσο μεγάλο, που θα μπορούσε να καταπιεί τον κλέφτη με ένα και μοναδικό γκλουπ.

Ο Κόμπες τα ξαναχρειάστηκε. Κι επειδή όταν του προκύπτουν την ίδια μέρα δύο επικίνδυνες καταστάσεις που δεν τις περιμένει, ο εγκέφαλός του παύει να αιματώνεται, τράβηξε χωρίς να έχει λόγο το σπαθί του κι όρμισε αλαλάζοντας «ουουουουουου!!!» στο φίδι.

Πρόλαβε να σκίσει τον αέρα μπροστά τη μύτη του φιδιού πριν δεχτεί μια σφαλιάρα ηγεμονικών διαστάσεων από την ουρά του ερπετού και σκάσει στον απέναντι τοίχο. Τα χαϊμαλιά κουδούνισαν ευχάριστα, μια νότα αναίτιας αισιοδοξίας.

-Καλά, τρελόθ είθαι, παιδί μου; Τι ουρλιάδειθ έτθι, «ουουου»; Θεθ να κθυπνήθειθ τον Ντεό-Νταό και να ‘χουμε άλλα;

Ο Κόμπες δεν απάντησε αμέσως, αφενός γιατί η σύγκρουση με τον τοίχο του είχε κόψει την ανάσα και αφετέρου διότι και μόνο η σκέψη του Ντεό-Νταό θα μπορούσε να του κόψει την ανάσα. Δεν ήταν κι ό,τι πιο ευχάριστο να τα βάλεις με εκείνον που ορίζει τη Μοίρα των Παιδιών. Ένας θεός πρέπει να είναι σκληρός και άκαρδος για να αποφασίζει ποιο παιδάκι θα ζήσει και ποιο θα πεθάνει. Κι όταν κάποιος είναι σκληρός και άκαρδος με τα παιδιά, πώς θα συμπεριφερόταν σε κάποιον που πάει να του κλέψει το Ρουμπίνι που φυλάει;

Το φίδι έφερε το κεφάλι του κοντά στον κλέφτη, αλλά το περισσότερο από το σώμα του έμεινε στη σκιά. Αντίθετα από τα φυσιολογικά φίδια, δεν είχε φολίδες. Το δέρμα του ήταν γαλαζωπό κι έμοιαζε με ανθρώπινο, η μύτη του ήταν χοντρή και τα μάτια του –τα δυο πράσινα φωτάκια- ήταν τόσο κοντά το ένα στο άλλο που έμοιαζε να πάσχει από παθολογική ηλιθιότητα.

-Τι τα θεθ αυτά τα καραγκιοδιλίκια; Έκανε με κάζουαλ ύφος. Δε θου είπανε ότι τα κθόρκια προθταθίαθ έχουν κθεθυμάνει;

-Ποιος είσαι; Τόλμησε να ρωτήσει ο Κόμπες κάνοντας ταυτόχρονα μια νοερή σημείωση να μαυρίσει στο ξύλο τον Πετρεξού για τις πίπες πληροφορίες.

-Με λένε Δήθη.

-Δήθη;

-Όχι Δήθη, καλέ. Δήθη.

Ο Κόμπες κοίταξε το φίδι για λίγα δευτερόλεπτα γέρνοντας το κεφάλι δεξιά, με το σαγόνι προτεταμένο και το δεξί μάτι μισόκλειστο.

-Ζήση; Έκανε διστακτικά.

-Ε, ναι, εγώ τι είπα;

«Α, μάλιστα», σκέφτηκε ο κλέφτης και χαλάρωσε ασυναίσθητα το αριστερό του χέρι.

-Και τι κάνεις εδώ; Είσαι φύλακας του Ρουμπινιού;

-Περίπου. Είμαι φύλακαθ του Ντεό-Νταό που είναι φύλακαθ του Ρουμπινιού.

-Δεν την ήξερα έτσι αυτή την ιστορία.

-Ε, δεν νομίδω ότι την κθέρει κανέναθ. Εκτόθ ίθωθ από τον ίδιο το Ντεό-Νταό. Όταν ο Μπουβού-Καμπά τον καταράθτηκε να θτέκει φύλακαθ του Ρουμπινιού μέχρι την επόμενη ενθάρκωθή του…

-Του Ντεό-Νταό;

-Του Μπουβού-Καμπά, καλέ! Τέλοθ πάντων, επειδή είναι πολύ υπναράθ, με έπιαθε αιχμάλωτο, μου θτέρηθε τις δυνάμειθ μου (γιατί όπωθ έχειθ καταλάβει, δεν είμαι ακριβώθ φίδι) και με υποχρέωθε να κάνω εγώ τη δουλειά του φύλακα, μέχρι την ώρα εκείνη. Αν δω κάτι, τον κθυπνάω κι εκείνοθ κάνει τα υπόλοιπα.

-Και… γιατί δεν τον ξύπνησες και τώρα;

-Γιατί… Αθ πούμε ότι βαρέθηκα αυτό το παιχνιδάκι. Έχω και μια υποχρέωθη αυτέθ τιθ μέρεθ κι είναι ευκαιρία να το θκάθω τώρα που ήρθεθ κι εθύ. Αν με βοηθήθειθ ν’ απαλλαγώ από τον Ντεό-Νταό θα θ’ αφήθω να πάρειθ το Ρουμπίνι χωρίθ να τον κθυπνήθω.

-Και πώς θα σε βοηθήσω;

Το φίδι με το μυστηριακό όνομα Ζήσης του εξήγησε.

Το παραπάνω κείμενο είναι προϊόν φαντασίας. Αν ο Κόμπες ο Ντερλικοτής ισχυριστεί ποτέ ότι μπορεί να είναι και αλήθεια, η συγγραφέας θα το αρνηθεί σθεναρά, διότι όπως είπε κι ο συντάκτης, η προστασία της σωματικής ακεραιότητας ενός συγγραφέα είναι ιερό πράμμα.

Νεότερη ανάρτηση Παλαιότερη Ανάρτηση Αρχική σελίδα